Παρόλο που πολλοί μπορεί να εμφανίζουν ερυθρότητα προσώπου, μόνιμη ή περιστασιακή, ή άλλες βλάβες που μπορεί να μοιάζουν με ακμή, η ροδόχρους νόσος εξακολουθεί να είναι μια πάθηση που δε διαγιγνώσκεται άμεσα, αφού πολλές ακόμα εκδηλώσεις μπορεί να τη χαρακτηρίζουν και να αφορούν ακόμα και όργανα του σώματος, πέραν του δέρματος, όπως τα μάτια.
Είναι πολύ συνηθισμένη κατάσταση, χρόνια, η οποία μπορεί να εκδηλωθεί με μεγάλη ποικιλία τόσο δερματικών, όσο και οφθαλμικών διαταραχών. Οι βλάβες στο δέρμα αφορούν κατά βάση το κεντρικό μέρος του προσώπου. Μόνιμο ερύθημα του προσώπου, κόκκινες βλατίδες (μικρά κόκκινα σπυράκια), ή φλυκταινίδια (σπυράκια που να έχουν ελάχιστο άσπρο περιεχόμενο), εξάψεις στο πρόσωπο που έρχονται και φεύγουν, σπασμένα κόκκινα μικρά αγγειάκια στο πρόσωπο και βλάβες που μοιάζουν σαν το δέρμα να είναι πιο παχύ (φύματα), κυρίως στην άκρη της μύτης και όχι μόνο, είναι βλάβες που μπορεί να προδίδουν ροδόχρου νόσο. Από τα μάτια αναφέρεται, μεταξύ άλλων συμπτωμάτων, ενόχληση, ερυθρότητα.
Διάφοροι παράγοντες, κυρίως δημογραφικοί, οι οποίοι μπορούν να δηλώνουν μεγαλύτερη πιθανότητα διάγνωσης της ροδόχρου νόσου:
Τα αίτια ανάπτυξής της δεν είναι τελείως ξεκάθαρα, αλλά οι διεγερτικοί παράγοντες είναι περισσότερο διευκρινισμένοι. Διαταραχή στην ανοσία του ατόμου, φλεγμονώδεις αντιδράσεις σε μικροοργανισμούς που αναπτύσσονται στο δέρμα, αγγειακή υπεραντιδραστικότητα σε τοπικό επίπεδο, έκθεση σε υπεριώδη ακτινοβολία, γενετικοί παράγοντες είναι τα βασικότερα ενοχοποιητικά αίτια.
Κλινικά παρατηρούνται διάφοροι διαγνωστικοί φαινότυποι, οι οποίοι μπορεί να εμφανίζονται μεμονωμένα, διαδοχικά ή και να συνυπάρχουν μεταξύ τους με χαρακτηριστικά, όπως περιγράφηκαν παραπάνω. Ωστόσο, αίσθημα καύσου στο πρόσωπο ή τσιμπημάτων, αίσθημα ξηρότητας του προσώπου αναφέρονται, επίσης, από τους ασθενείς.
Είναι πολύ σημαντική η σωστή διάγνωση της ροδόχρου νόσου, αφού ακόμα και πρόληψη σε επίπεδο καθημερινής συμπεριφοράς μπορεί να βοηθήσει ουσιαστικά στη βελτίωση σε μεγάλο βαθμό, αλλά και στην πρόληψη της νόσου.
Η αποφυγή συγκεκριμένων παραγόντων βοηθά στη βελτίωση και πρόληψη της νόσου:
Αναφέρονται παθήσεις που εμφανίζουν αυξημένο κίνδυνο συνύπαρξης με τη ροδόχρου νόσο, όπως ορισμένες που σχετίζονται με το γαστρεντερικό σύστημα, αυτοάνοσες διαταραχές, νευρολογικές καταστάσεις, χωρίς τίποτα να σημαίνει ότι υποχρεωτικά πρέπει να συνυπάρχουν.
Για τη σωστή διάγνωση, στις περισσότερες περιπτώσεις, είναι αρκετή η κλινική εικόνα. Γίνεται λεπτομερής λήψη ιστορικού και έπειτα κλινική εξέταση, κατά την οποία αναγνωρίζονται τα τυπικά και ίσως και τα λιγότερο τυπικά χαρακτηριστικά της ροδόχρου νόσου. Ωστόσο, υπάρχουν παράγοντες, όπως το χρώμα του δέρματος, οι οποίοι μπορεί να κρύψουν τη νόσο και να οδηγήσουν σε μη διάγνωσή της. Για αυτό ένα καλό ιστορικό συμβάλλει σε μια πιο ολοκληρωμένη προσέγγιση του ασθενούς. Ανάλογα με τα ευρήματα, μπορεί να χρειάζεται συνεργασία του δερματολόγου με άλλες ειδικότητες, αφού, όπως προαναφέρθηκε, μπορεί να συνυπάρχει η ροδόχρους και με άλλες ιατρικές καταστάσεις. Για αυτό το λόγο, όχι συχνά, μπορεί να χρειαστεί και περαιτέρω εργαστηριακός έλεγχος.
Η αντιμετώπισή της εξαρτάται από την κλινική εικόνα, την ηλικία του ασθενούς, το φύλο, πιθανά συνυπάρχοντα νοσήματα. Πρωταρχικό ρόλο παίζει η σωστή ενημέρωση του ασθενούς σχετικά με τη νόσο. Σύσταση για καθημερινή ρουτίνα με συγκεκριμένα προϊόντα περιποίησης του δέρματος και αποφυγή επιβαρυντικών συνηθειών αποτελούν το πρώτο βήμα στην προσέγγιση της ροδόχρου νόσου. Ο δερματολόγος εξατομικευμένα προτείνει προϊόντα κατάλληλα, ανάλογα τόσο με την κατάσταση του δέρματος όσο και με τις συνήθειες του κάθε ασθενούς. Είναι πολύ σημαντικό η κάθε αγωγή να σέβεται και να μην επηρεάζει την καθημερινότητα του ασθενούς, καθώς η συμμόρφωση με την αγωγή είναι ζωτικής σημασίας για την επιτυχή αντιμετώπιση.
Τα τοπικά φαρμακευτικά προϊόντα, όπως αντιβιοτικά, ανοσοτροποποιητικά, παράγοντες που επηρεάζουν την αγγειακή λειτουργία και αντιπαρασιτικά, παίζουν βασικό ρόλο στην αντιμετώπιση των ήπιων μορφών της νόσου, καθώς και στη φάση συντήρησής της. Συστηματική αγωγή, όπως αντιβιοτικά, ρετινοειδή, αντιπαρασιτικά, χορηγούνται σε επιμονή συμπτωμάτων κατά τα άλλα ήπιων μορφών ροδόχρου, αλλά και σε σοβαρότερες κλινικές μορφές της νόσου.
Με το πέρασμα των χρόνων και την ολοένα καλύτερη κατανόηση της φύσης της ροδόχρου νόσου, σε συνδυασμό με την ανάπτυξη της τεχνολογίας, τα lasers, καθώς και θεραπείες οι οποίες στηρίζονται στην ωφέλιμη δραστηριότητα του φωτός, παίζουν μεγάλο ρόλο στην αντιμετώπιση κάποιων μορφών της ροδόχρου, όσο και στη συντήρηση ενός καλού αποτελέσματος μετά από την όποια αγωγή. Ταυτόχρονα, παρεμβάσεις που γίνονται με διάφορες μεθόδους στο ιατρείο, όπως χημικά peelings, ή και συνδυασμός όλων των παραπάνω συνιστούν ένα πλήρες θεραπευτικό πλάνο με πολλές εναλλακτικές για την αντιμετώπισή της.